Νομική Γνωμάτευση για τον Κίνδυνο των Αρχαιολογικών Χώρων και Μνημείων

(Η Γνωμάτευση αυτή δόθηκε σε αρχαιoλόγο, για να την προωθήσει στην UNESCO, ώστε να επισημανθούν στο διεθνή οργανισμό οι κίνδυνοι που απειλούν να ελληνικά μνημεία από τυχόν παραχωρήσεις βάσει των δανειακών συμβάσεων της Ελλάδας)

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 18 § 1 και 24 §§ 1 και 6 του Συντάγματος προκύπτει ότι οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία τελούν υπό καθεστώς αυστηρής συνταγματικής προστασίας. Η διασφάλιση και παροχή αυτής της προστασίας αποτελεί, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, βασική υποχρέωση του κράτους, ένα δε ευρύ και αυστηρό σύστημα αρχαιολογικής νομοθεσίας ρυθμίζει και συγκεκριμενοποιεί τη θεμελιώδη αυτή κρατική υποχρέωση. Οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία αποτελούν, κατά κανόνα, ιδιοκτησία του κράτους, ελάχιστα δε μνημεία δευτερεύουσας αρχαιολογικής σημασία βρίσκονται σε ιδιοκτησίες ιδιωτικών ακινήτων, υπό αναγκαστική απαλλοτρίωση ή όχι, τελούν, όμως, κάτω από την απόλυτη προστασία και κατοχή του κράτους, χωρίς οι ιδιώτες του ευρύτερου κτήματος να έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα εκμετάλλευσης του μνημειακού αντικειμένου ή επέμβασης σ’ αυτό. Ιδιαίτερη προστασία έχουν τα μνημεία που δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμη από την αρχαιολογική σκαπάνη και βρίσκονται στην επιφάνεια ή στο υπεδάφος ιδιωτικού εδάφους. Η ειδική αυτή προστασία υπάρχει λόγω του ότι τα μνημεία σε ιδιωτικό έδαφος είναι εκτεθειμένα σε αυξημένους κινδύνους που πηγάζουν από το ιδιωτικό συμφέρον εκμετάλλευσης της σχετικής έκτασης. Η ειδική αυτή προστασία συνίσταται σε αυστηρούς περιορισμούς της ιδιοκτησίας, όπως η κήρυξη της σχετικής έκτασης σε υπό αναγκαστική απαλλοτρίωση, απαγόρευση οποιασδήποτε χρήσης του, η στενή παρακολούθηση και ο αυστηρός έλεγχος της τυχόν επιτρεπόμενης μερικής χρήσης του κ.ά.
Μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των άλλων 16 κρατών μελών της Ευρωζώνης υπεγράφησαν οι διεθνείς συμβάσεις: «Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης» (Loan Fiacility Agreement), με ημερομηνία 8 Μαϊου 2010 και το «Μνημόνιο Συνεννόησης» (Memorandum of Anderstanding), με ημερομηνία 3 Μαϊου 2010, καθώς και η σχετική συμφωνία με ανταλλαγή επιστολών των εκπροσώπων της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με ημερομηνίας 3 Μαϊου 2010. Οι συμβάσεις αυτές δεν κυρώθηκαν ποτέ, όπως απαιτεί το διεθνές δίκαιο και το Σύνταγμα της Ελλάδας, άλλα άρχισαν να εφαρμόζονται αμέσως, από την υπογραφή τους. Οι τρεις αυτές συμβάσεις δανεισμού και προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας αποτελούν το κοινώς λεγόμενο «Α΄ Μνημόνιο». Από τις τρεις συμβάσεις, η πρώτη αποτελεί τη βασική –και για τις δύο άλλες- σύμβαση δανεισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας και περιέχει τις βασικές δεσμεύσεις της χώρας απέναντι στους δανειστές της. Το Μνημόνιο Συνεννόησης (Memorandum of Anderstanding) περιέχει τις υποχρεώσεις επιβολής δημοσιονομικών και οικονομικών μέτρων που ανέλαβε η Ελληνική Δημοκρατία για την εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και για την εκπλήρωση των δανειακών υποχρεώσεών της. Συνεπώς, το Μνημόνιο Συνεννόησης, όπως και η δι’ επιστολών Σύμβαση με το ΔΝΤ, δεν αφορά άμεσα το θέμα μας.
Η από μέρος του κράτους προστασία των αρχαιοτήτων που, όπως περιγράψαμε, διασφαλίζει το Σύνταγμα και η ελληνική νομοθεσία υφίσταται, αν όχι πλήρη εκμηδένιση, σοβαρή εξασθένηση λόγω της εφαρμογής των συμφωνιών δανεισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας με τους 16 εταίρους της Ευρωζώνης και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Η εξασθένηση αυτή επήλθε για τους ακόλουθους λόγους:
α. Σύμφωνα με το άρθρο 4 (2), (α), (i) και (ii) της Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης (Loan Facility Agreement), ολόκληρη η περιουσία του ελληνικού κράτους, στην οποία περιλαμβάνονται, έκτος των άλλων, και οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία, δεσμεύεται στο σύνολο της μέχρι την πλήρη εξόφληση του δανειακού χρέους της (ποσά δανείων, τόκων και άλλων σχετικών ποσών). Ο όρος αυτός ορίζει: “Undertakings. The Borrower undertakes, until such time as all principal under this Agreement has been fully reimbursed and all interest and additional amounts, if any, due under the Agreement have been fully paid: (a) (…) (i) not to secure by mortgage, pledge or any other encumbrance upon its own assets or revenues any present or future Relevant Indebtedness and any guarantee or indemnity given in respect thereof, unless the Loans at the same time shares pari passu and pro rata in such security; and (ii) not to grant to any other creditor or holder of its sovereignty dept any priority over the Lenders”.
Ο παραπάνω όρος δέσμευσης του συνόλου της δημόσιας περιουσίας περιελήφθη αυτούσιος και στο λεγόμενο «Β΄ Μνημόνιο», δηλαδή στο ν. 4060/2012 (ΦΕΚ Α 65/22.3.2012), «Κύρωση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ Α΄ 55/14.03.2012), Έγκριση Σχεδίου Κυρίας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίας, του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Τ.Χ.Σ.) και της Τράπεζας της Ελλάδος και παροχή εξουσιοδοτήσεων για την υπογραφή της Κύριας Σύμβασης.», άρθρο 5, (2), (α), (i) και (ii). (Κείμενο αυτής της “Κύριας Σύμβασης” δεν υπάρχει!).
Ο εν λόγω όρος δε διασφαλίζει μόνο το δικαίωμα των δανειστών να κατάσχουν ορισμένα αντικείμενα που θα επιλέξουν και να επισπεύσουν αναγκαστική εκτέλεση κατά του δανειολήπτη ως προς αυτά, εφόσον δεν καταβάλλει κανονικώς το χρέος, αλλά, επιπλέον, δεσμεύει και την κάθε μορφής οικονομική αξιοποίηση του (πώληση, μίσθωση ή άλλης μορφής παραχώρηση για αξιοποίηση αντικειμένων της), η οποία μπορεί να γίνει μόνο με την έγκριση των δανειστών και μόνο υπέρ αυτών.
Η γενική και καθολική αυτή δέσμευση συγκεκριμενοποιήθηκε με τα άρθρα 1-9 του ν. 3986/2011 (ΦΕΚ Α΄ 152/01.07.2011), «Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015», ο οποίος ίδρυσε το «Ταμείο Αποκρατικοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου» (ΤΑΙΠΕΔ). Με βάση τον εν λόγω νόμο και τον οργανισμό του ΤΑΙΠΕΔ, μπορούν ενδιαφερόμενες ιδιωτικές επιχειρήσεις, που εγκρίνονται από τους δανειστές, να αναλαμβάνουν την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων, όπως για παράδειγμα την εκμετάλλευση μεγάλων αρχαιολογικών χώρων και μνημείων. Οι διαδικασίες που προβλέπονται από το ν. 3986.2011 και από τον οργανισμό του Ταμείου είναι αδιαφανείς τόσο ως προς τον προσδιορισμό της αξίας, όσο και ως προς τους όρους των συμβάσεων παραχώρησης της αξιοποίησης ή πώλησης. Οι συμβάσεις αυτές, όταν δεν είναι συμβάσεις αγοραπωλησίας, είναι μακροχρόνιες (πολλών δεκαετιών). Σημειώνομε δε εδώ ότι ο περιορισμός που περιλαμβάνει ο ν. 3986/2011 (άρθρο 1, § 1 εδ. β) ότι «το Ταμείο έχει σκοπό την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου» δεν αποτελεί εμπόδιο για την υπαγωγή αρχαιολογικών χώρων και μνημείων στη διαδικασία αυτή «αξιοποίησής» τους, για δυο λόγους: Πρώτον, γιατί ο χώρος που περιβάλλει τα μνημεία μπορεί να χαρακτηριστεί με πράξη του κράτους ως ιδιωτική περιουσία και δεύτερον, γιατί το δικαίωμα οικονομικής εκμετάλλευσης στοιχείων της «δημόσιας περιουσίας» αυτό καθ’ εαυτό συνιστά αντικείμενο της ιδιωτικής περιουσίας του κράτους.

Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι η προστασία αρχαιολογικού χώρου, που παραχωρείται για οικονομική αξιοποίηση σε μη ελληνικές πολυεθνικές επιχειρήσεις γίνεται πολύ ασθενής και αναποτελεσματική, λόγω του ότι απομακρύνεται από τις δυνατότητες παρέμβασης του ελληνικού κράτους για αποτροπή βλαβών του χώρου και των μνημείων.
β. Την προστασία των αρχαιοτήτων δεν καθιστά απλώς ασθενέστερη, αλλά την καταργεί ολοσχερώς ο όρος παραίτησης του ελληνικού κράτους από το σύνολο των ασυλιών που παρέχει το δίκαιο. Πρόκειται για το πρωτοφανές σε διεθνή σύμβαση άρθρο 14 (5) της Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης ( Loan Facility Agreement), το οποίο ορίζει: “ The Borrower hereby irrevocably and unconditionally waives all immunity to which it is or may become entitled, in respect of itself or its assets, from legal proceedings in relation to the Agreement, including, without limitation, immunity from suit, judgement or the other order, from attachment, arrest or injunction prior to judgement, and from execution and enforcement against its assets to the extent not prohibited by mandatory law”. Ο όρος αυτός περιελήφθη επίσης αυτούσιος στο «Β΄ Μνημόνιο», ν. 4060/2012 (ΦΕΚ Α 65/22.3.2012), «Κύρωση της Πράξης Νομοθετικού Περιέχομενου, Έγκριση Σχεδίου Κυρίας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίας, του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Τ.Χ.Σ.) και της Τράπεζας της Ελλάδος και παροχή εξουσιοδοτήσεων για την υπογραφή της Κύριας Σύμβασης», άρθρο 15 (4).
γ. Η οποιαδήποτε προστασία των αρχαιοτήτων ουσιαστικά εκμηδενίζεται, εφόσον πραγματοποιηθεί η προβλεπόμενη δυνατότητα των δανειστών να μεταβιβάζουν, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας, τα δικαιώματά σε τρίτο. Πρόκειται για το άρθρο 2 (3) της Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης (Loan Facility Agreement), το οποίο ορίζει τα έξης: “The Lenders and the Borrower shall not assign or otherwise transfer any of their rights or obligations (or, with respect to the Lenders, enter into any arrangement with any third party with a view to transferring the whole or part of their exposure to the Borrower or the whole or part of the risks and rewards from the participation in this Agreement) without the prior written consent of all Lenders”.
δ. Εις βάρος της προστασίας των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων είναι και ο όρος υπαγωγής των δανειακών συμβάσεων στο αγγλικό δίκαιο και στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Α΄ Μνημόνιο) και του Λουξεμβούργου (Β΄ Μνημόνιο). Όσον αφορά το «Α΄ Μνημόνιο», πρόκειται για το άρθρο 14 (1) και 2 της Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης (Loan Facility Agreement),το οποίο έχει ως έξης: “ (1) The Agreement and any non-contractual obligations arising out of or in connection with it shall be governed by and shall be construed in accordance with English Law. (2) The parties undertake to submit any dispute which may arise relating to the legality, validity, interpretation or performance of this Agreement to the exclusive jurisdiction of the Court of Justice of the European Union”. Όσον αφορά το Β΄ Μνημόνιο”, πρόκειται για το ταυτόσημο άρθρο 15 (1) και (2), με μόνη τη διαφορά ότι, αντί της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ορίζεται η δικαιοδοσία των δικαστηρίων του Λουξεμβούργου. Πρέπει εδώ να επισημανθεί ότι οι μεγάλοι δανειστές κρατών καταβάλλουν προσπάθεια, σε αντίθεση με την πάγια νομολογία διεθνών δικαστικών οργάνων, να υπαχθούν οι δανειακές συμβάσεις κρατών στο ιδιωτικό δίκαιο, το οποίο δεν αναγνωρίζει τις ασυλίες και γενικά την προστασία του οφειλέτη-κράτους που παρέχει το δημόσιο διεθνές δίκαιο, κυρίως μέσα από τις εγγυήσεις της εθνικής κυριαρχίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Το αγγλικό δίκαιο αποτελεί το πρότυπο δικαίου που δεν αναγνωρίζει την εν λόγω προστασία του οφειλέτη-κράτους. Δεν αναγνωρίζει, επιπλέον, ούτε την προστασία που παρέχει στον οφειλέτη το ιδιωτικό δίκαιο των χωρών της ηπειρωτικής Ευρώπης, τις λεγόμενες «γενικές ρήτρες του αστικού δικαίου». Με αυτά τα δεδομένα, αντιλαμβάνεται κάνεις τη σημασία υπαγωγής των συμφωνιών δανεισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας στο αγγλικό δίκαιο. Ιδιαίτερα δε επισημαίνεται ότι η προσπάθεια αυτή ιδιωτικοποίησης των διεθνών συμβάσεων δανεισμού κρατών επιδιώκει την ενίσχυση της κερδοσκοπικής εμπορευματοποίησης των αρχαιολογικών χώρων και μνημείων και γενικά όλων των προστατευόμενων αγαθών που αποτελούν στοιχεία της δημόσιας περιουσίας.
Πρέπει εν κατακλείδι να επισημανθεί ότι οι δανειακές συβάσεις και συμφωνίες του Α΄ και του Β΄ Μνημονίου και οι όροι που αναφέραμε, καθώς και οι αντίστοιχες νομοθετικές ρυθμίσεις είναι αντίθετες με το διεθνές δίκαιο, το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Σύνταγμα της Ελλάδας και ως εκ τούτου νομικά ανυπόστατες. Ωστόσο, εφόσον δεν καταγγέλλονται από το Δανειολήπτη ή από τους Δανειστές, εφαρμόζονται με τη συναίνεσή τους. Η εφαρμογή αυτή, αν και παράνομη, ενέχει τους ίδιους – αν όχι περισσότερους- κινδύνους που θα ενείχαν και έγκυρες συμφωνίες και ρυθμίσεις. Αλλά και η προβλεπόμενη στο ελληνικό δίκαιο, κοινό και συνταγματικό, προστασία των αρχαιολογικών χώρων και μνημείων παύει να είναι λυσιτελής μετά την εφαρμογή των εν λόγω παράνομων συμβάσεων, αφού οι κανόνες τους εφαρμόζονται ως υπερκείμενο του εθνικού δικαίου «δίκαιο».
Με όλα αυτά τα δεδομένα, η άμεση παρέμβαση της UNESCO είναι αναγκαία.
Πειραιάς, 16 Μαρτίου 2013